Δευτέρα 22 Ιουλίου 2019

Ο Αντζουλάτος





Το ζευγάρι αντιμετώπιζε πάλι μεγάλα προβλήματα, που εκείνο το πρωί της Κυριακής είχαν πάρει πλέον τη μορφή μεγάλης και βαριάς στενοχώριας. Οι προοπτικές της σχέσης τους ήταν πάλι συννεφιασμένες, η καρδιά βαριά και το δάκρυ παραμόνευε στις κόγχες των ματιών.

Τότε εκείνος είχε μία ιδέα για να ξαλαφρώσουν. Θα καλούσαν κλόουν. Έψαξαν λίγο στο ίντερνετ, είδαν αποτελέσματα αναζήτησης και πληρωμένες καταχωρήσεις, τηλεφώνησαν και περίμεναν.

Δύο ώρες και 45 λεπτά αργότερα, διάστημα κατά το οποίο περιφέρονταν σιωπηλοί στο σπίτι αποφεύγοντας ο ένας τη ματιά του άλλου, το κουδούνι χτύπησε. Ο άντρας πάτησε το κουδούνι της κάτω πόρτας, άνοιξε λίγο την πόρτα του διαμερίσματος και κάθισε στον καναπέ μαζί με τη γυναίκα (η οποία στο μεταξύ είχε φέρει ένα μπολ σνακ), σφίγγοντάς της το χέρι.

Το ασανσέρ ακούστηκε να φτάνει και να σταματά στον όροφό τους, βήματα κλόουν πλησίασαν, και τρία χτυπήματα ακούστηκαν στην πόρτα.

«Μπείτε, ανοιχτά είναι» φώναξε ο άντρας.

Πάλι δύο χτυπήματα.

«Ανοιχτά είναι, ανοίξτε!» φώναξε λίγο πιο δυνατά και εκνευρισμένη η γυναίκα.

Πίσω από την πόρτα ακούστηκε μια φωνή «Ο Αντζουλάτος είμαι, ο κλόουν που παραγγείλατε, ανοίξτε μου σας παρακαλώ».

Τί διάολο σκέφτηκε ο άντρας, κουφός είναι; και πήγε να ανοίξει την ήδη μισάνοιχτη πόρτα.  

-        -  Περάστε σας παρακαλώ, ανοιχτά είναι, σας φώναζα.
-        -  Συγγνώμη κύριε, δεν σας άκουγα. Ο Αντζουλάτος είμαι.
-        -  Αντζολέτος ή Αντζουλάτος;
-         -  Ο Αντζουλάτος είμαι.

φώναξε ο Αντζουλάτος, και τότε ο άντρας παρατήρησε, μέσα από τις πράσινες μπούκλες, ένα μπεζ ακουστικό βαρηκοΐας στο δεξί αυτί του κλόουν.

-          Θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω το μπάνιο σας; ρώτησε ο κλόουν.

-          - Πρώτη πόρτα αριστερά, είπε ο άντρας και γύρισε στον καναπέ.

Είκοσι λεπτά πέρασαν. Το ζευγάρι περίμενε στον καναπέ. Είκοσι ατελείωτα λεπτά απόλυτης και αμήχανης σιωπής, που διακόπηκαν από τον ήχο το καζανάκι.

Ο Αντζουλάτος βγήκε με βρεγμένο πρόσωπο, χαλασμένο μακιγιάζ και μουσκεμένα μαλλιά.

-          - Ζητώ ειλικρινά συγγνώμη.
-          - Δεν πειράζει, είστε καλά;

Ο Αντζουλάτος έκανε ένα μικρό μειδίαμα και αποκρίθηκε: «Θα ήθελα να ποτήρι νερό και να καθίσουμε λίγο. Θέλω να σας βάλω ένα τραγούδι. Σας ευχαριστώ πολύ. Συγγνώμη. Συγγνώμη και πάλι»

  Κάθισαν στο καθιστικό, το ζευγάρι απ’ τη μία μεριά και αντικρυστά ο Αντζουλάτος, και άκουσαν ολόκληρο το “I started a joke” των Faith No More από το πλαστικό κασετοφωνάκι του κλόουν. Κανείς δεν μίλησε τα τρία λεπτά που διήρκησε το κομμάτι. Μόνο μία στιγμή ο άντρας θέλησε να πει κάτι, μα συνέπεσε με μία συγκινητική λυρική κορύφωση του Mike Patton, και έτσι αποφάσισε να κρατήσει το στόμα του κλειστό.

Όταν το κομμάτι τέλειωσε, το πρόσωπο του Αντζουλάτου ήταν υγρό και συντετριμμένο, θαρρούσες όμως ταυτόχρονα ότι το φώτιζε δειλά μια νεοαποκτηθείσα, φευγαλέα νότα αισιοδοξίας. Με την υποψία λύτρωσης να αχνοφέγγει στα μάτια του, ο Αντζουλάτος πάτησε το χοντρό κόκκινο κουμπί STOP του παιδικού κασετόφωνου και τινάχτηκε πάνω για να αρχινήσει το ρεπερτόριό του.

«Ας γελάσουμε λοιπόν!» φώναξε -υπερβολικά δυνατά- και πάτησε το μεγάλο πράσινο κουμπί PLAY. Μουσική Benny Hill πλημμύρισε το χώρο και ο Αντζουλάτος άρχισε να πηγαίνει πέρα δώθε στο δωμάτιο χορεύοντας. Σε μία απότομη χορευτική στροφή, παρέσυρε με το πλουμιστό μανίκι του ένα μικρό κρυστάλλινο άλογο μπιμπελό, το οποίο έπεσε στο μαρμάρινο πάτωμα και θρυμματίστηκε σε μυριάδες κομμάτια. Ο Αντζουλάτος δεν φάνηκε να αντιλαμβάνεται τη ζημιά, την οποία δεν μπορούσε κιόλας να ακούσει λόγω της βαρηκοΐας του και του γεγονότος ότι ξέφρενες καραμούζες παιάνιζαν τη γρήγορη μουσική των show του Benny Hill.

Το ζευγάρι είδε φυσικά τη ζημιά (το μπιμπελό ανήκε στον μικρό αδερφό της γυναίκας, που είχε πεθάνει πριν από 10 χρόνια από παιδική λευχαιμία), όμως σαστισμένο από την ένταση και την αλλοπροσαλοσύνη της σκηνής, δεν είπε τίποτα, μα συνέχισε να κοιτάει τον κλόουν να χορεύει.
Φάνηκε να περνούν αιώνες, μα κάποια στιγμή ο χορός σταμάτησε. Μόνο τότε ο Αντζουλάτος είδε το διαλυμένο άλογο, και έπεσε αμέσως στα τέσσερα σε μία καταδικασμένη προσπάθεια να ενώσει τα εκατοντάδες διάσπαρτα  γυαλιά.

«Αφήστε το, θα κοπείτε!» φώναξε η γυναίκα, μα ο Αντζουλάτος δεν άκουγε και συνέχιζε τη θλιβερή προσπάθειά του, μέχρι που η γυναίκα αναγκάστηκε να σηκωθεί και να τον πιάσει απαλά από την πλάτη. Ο κλόουν τινάχτηκε, γύρισε και κοιτώντας την στα μάτια είπε: «Συγγνώμη μπαμπάκο. Είμαι ο χειρότερος άνθρωπος μπαμπάκο»

Έπειτα έβγαλε ένα πολύχρωμο μαντήλι από το πέτο του, το έβαλε τάχα στο αυτί του και άρχισε να βγάζει. Το αστείο εδώ κανονικά θα ήταν το πόσο μακρύ είναι το μαντήλι και πόση πολλή ώρα θα έβγαινε από το αυτί του, όμως το μαντήλι δεν ήταν πολύ μακρύ και βγήκε σχεδόν αμέσως. Επιπλέον, το ζεύγος παρατήρησε ότι ο Αντζουλάτος αιμορραγούσε από το αυτί.

Πριν προλάβουν όμως να του το πουν, αυτός ήδη χοροπηδούσε προς το βαλιτσάκι του, μέσα από το οποίο έβγαλε, άγνωστο πως, μία μεγάλη λευκή τούρτα και την κόλλησε με δύναμη πλαγιομετωπικά στο κρανίο του, με αποτέλεσμα το αίμα να αναμιχθεί με τη σαντιγύ. Έπειτα ο Αντζουλάτος κατέρρευσε, και ήταν αμέσως φανερό πως ήταν νεκρός.

Το σκεπασμένο με λευκό σεντόνι φορείο έβγαινε – όχι χωρίς κάποια δυσκολία και εκδορές στα κουφώματα – από την πόρτα του διαμερίσματος καθώς ο άντρας υπέγραφε τα απαραίτητα χαρτιά για τον αστυνομικό. «Θα σας ειδοποιήσουμε αν χρειαστεί να έρθετε στο τμήμα για συμπληρωματική κατάθεση, αν και δε νομίζω να χρειαστεί. Από τα μέχρι τώρα δεδομένα και το ιστορικό του θύματος, που ήταν γνώριμο στην υπηρεσία μας, είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο θάνατος επήλθε από τη συνδυασμένη χρήση αλκοόλ, αναλγητικών και βαρβιτουρικών. Καλό σας απόγευμα»

Η πόρτα έκλεισε και το ζευγάρι απέμεινε μόνο στο διαμέρισμα. Αγκαλιάστηκαν σφιχτά και ο άντρας είπε: «Πριν από δύο ώρες το μέλλον σε αυτή τη σχέση – σε κάθε σχέση- μου φαινόταν πνιγηρό, και φαντασιωνόμουν τον εαυτό μου ελεύθερο να εξερευνά τις μυριάδες προοπτικές μίας άγνωστης ζωής. Όμως μάλλον την τύχη του Αντζουλάτου θα έχω εάν μείνω μόνος μου. Τώρα συνειδητοποιώ πόσο σε χρειάζομαι. Αγκάλιασε με, έλα να παραγγείλουμε e-food και να συνεχίσουμε το Mad Men στο Netflix».


Μία βδομάδα αργότερα, το ζευγάρι αντιμετώπιζε πάλι μεγάλα προβλήματα που είχαν πάρει ξανά τη μορφή μεγάλης και βαριάς στενοχώριας. Οι προοπτικές της σχέσης τους ήταν συννεφιασμένες, η καρδιά βαριά και το δάκρυ παραμόνευε στις κόγχες των ματιών.