Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010
Άν ερχόσουν...
Σάββατο 13 Νοεμβρίου 2010
Μπιλιμπόη Part 5 και τελευταίο
Όσοι φίλοι δεν έχουν παρακολουθήσει το διήγημα "Μπιλιμπόη" από την αρχή, μπορούν να ξεκινήσουν από το Part 1 .
Εκείνη τη στιγμή ο Αλμπίνος βρισκόταν 200 μέτρα πιο πέρα, σε ένα λοξό δρομάκι που κατέληγε στην κεντρική πλατεία του χωριού – αγνώριστη σήμερα, έτσι γεμάτη με παρδαλές παράγκες σακάτηδων γελωτοποιών. Έχει έρθει όπως κάθε χρόνο στο πανηγύρι, και νάτος που βγαίνει σκασμένος στα γέλια από το αγαπημένο του σόου: τον μοναδικό Κίπεριτ Κέην. Νωρίτερα, είχε παρευρεθεί –και ξεκαρδιστεί- σε κάμποσα άλλα νούμερα: το παιδί με το χέρι-γάτα, την απέθαντη γιαγιά λουκουμά, το κορίτσι χωρίς πρόσωπο αλλά με τον πιο απίθανο κώλο και πλήθος άλλων εξαναγκασμένων δύστυχων υπάρξεων, γελοία θεάματα που διασκεδάζουν τις μάζες των αγράμματων, κουτοπόνηρων χωρικών.
Φτάνοντας στη σπηλιά, το σαγόνι του Μπιλιμπόη επιτέλους χαλαρώνει και το κατάλευκο χέρι πέφτει στο χώμα. Τα ρουθούνια του Κεραυνού τρεμοπαίζουν, γυρνά προς το κομμένο μέλος και βγάζει ένα σπιρτόζικο χλιμίντρισμα. Είναι ξανά κοντά στον αγαπημένο του! Η απρόσμενη χαρά του δίνει μία δύναμη σχεδόν νιτσεϊκή, σπάει την αλυσίδα του, παίρνει το κομμένο χέρι στο στόμα και καλπάζει έξω από τη σπηλιά, για να γκρεμιστεί σε μια χαράδρα τετρακοσίων μέτρων λίγα δευτερόλεπτα αργότερα. Σαν από κβαντική τηλεπάθεια, ο Αλμπίνος πεθαίνει την ίδια ακριβώς στιγμή στα επείγοντα περιστατικά.
Τετάρτη 29 Σεπτεμβρίου 2010
Νέο ανέκδοτο
Μετά από τον πρωτοφανή σάλο που δημιουργήθηκε γύρω από τα σπαρταριστά και θεότρελα ανέκδοτα της κοοπερατίβας μας, έρχεται η νέα υπερ-βόμβα μεγατόνων γέλιου.
Δείτε το νέο καταπληκτικό ανέκδοτο της συλλογής μας.
Γέλια μέχρι.... δακρύων!!!
Πέμπτη 22 Ιουλίου 2010
Ένα βιβλίο για το καλοκαίρι
«Παιδιά, τη δημοσιογραφία και τα μάτια σας»
Σάββατο 8 Μαΐου 2010
"Recital (a night with Robert Kolovos)"
Τετάρτη 31 Μαρτίου 2010
Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2010
15αύγουστος
15αύγουστος. Αθήνα. Μόνος.
Μόνος;
Οι ερωτευμένοι δεν είναι ποτέ μόνοι. Κι εγώ έχω την κουκλάρα μου.
Η κουκλάρα της μεσογείου. Έτσι τη λέω εγώ την Αθήνα. Όχι όμως την όποια και όποια Αθήνα. Όχι την κάθε Αθήνα, την Αθήνα του καθενός. Όχι-όχι φίλε μου. Για την άλλη Αθήνα μιλάω. Τη δικιά μου Αθήνα. Με πιάνεις;
Η κουκλάρα μου λιάζεται, επιτέλους ήσυχη απ’ τους παρείσακτους - τους παρείσακτους φραπέλληνες, τους κατ’ ευφημισμόν ‘αθηναίους’. Αυτοί δεν ξέρουν τα κάλλη της. Μύωπες - κοιτούν μα δε βλέπουν.
Εισπνέουν αλλά δεν μυρίζουν.
Περπατάν κι όμως –για κοίτα τους!- δε παν ρούπι.
Και έτσι η κουκλάρα μου περιμένει να φύγουν για να αποκαλύψει, ανοιχτοχέρα ξελογιάστρα, τις μυρουδιές της.
Ρουφάω τον ελληνικό μου στον καφενέ της Ρούμπαινας. Και τι καφές...αγίασμα.
Ο κυρ-Μένιος ο Κιθάμπουρας περνά με τη λατέρνα του. Βγάζει το γαρύφαλλο που’ χει χρόνια στερεωμένο στο αυτί και μου το προσφέρει. Το φέρνω στα ρουθούνια μου και αφήνομαι.
Η γειτoύνισσα απέναντι ανοίγει το παραθύρι της για να ποτίσει το βασιλικό στο περβάζι.
Καλημέρα Αθήνα!
Κλαίω.